Διοικητής και ηγέτης – Άρθρο του Δημητρέλου Λάμπρου
Αρκεί το «εγώ διατάζω» για αποτελεσματική, εμπνευσμένη και σύγχρονη διοίκηση;
Γράφει ο Λάμπρος Δημητρέλος
Όσοι υπηρετούν σε οποιαδήποτε «ένοπλη δύναμη», δεν είναι δυνατόν να μην έχουν προβληματισθεί επάνω στη δύσκολη και πολυσύνθετη έννοια της διοίκησης. Και αυτό διότι λόγω της υπηρεσιακής σχέσης που υφίσταται μεταξύ ανώτερου και κατώτερου – αρχαιότερου και νεότερου, άπαντες έχουν ανά πάσα στιγμή την ευκαιρία ή την υποχρέωση να ασκήσουν διοίκηση.
Ο Μέγας Αλέξανδρος, ο κορυφαίος στρατιωτικός διοικητής του αρχαίου κόσμου, κατά την επιστροφή του από την εκστρατεία στην Ινδική, με τους στρατιώτες του διέσχισε την έρημο της Γεδρωσίας. Μια περιοχή άνυδρη και εξαιρετικά δύσκολη. Όταν οι στρατιώτες του μάζεψαν με κόπο ελάχιστο νερό σε ένα κράνος και του το προσέφεραν για να το πιεί, αυτός το έχυσε στο έδαφος λέγοντας: «Εφόσον δε μπορούμε να πιούμε όλοι, δε θα πιεί κανένας». Ήταν τέτοιο το κουράγιο που πήραν οι άνδρες του από αυτή την ενέργεια, που φάνηκε σαν να ήπιαν όλοι από το νερό που εκείνος έχυσε. Το περιστατικό αυτό καταδεικνύει το χάρισμα και την ηγετική προσωπικότητα του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Η διοίκηση περιλαμβάνει ως γνωστόν, δύο σκέλη. Το ένα σκέλος, το αντικείμενό της θα μπορούσαμε να πούμε, αποτελεί ο διοικούμενος, το δε έτερο, δηλαδή το υποκείμενό της, αποτελεί ο διοικητής. Ο διοικητής πλαισιωμένος από ένα επιτελείο, περιβεβλημένος με ορισμένες εξουσίες και προικισμένος με συγκεκριμένα έμφυτα και επίκτητα χαρίσματα, επιβάλλεται και διοικεί. Πολλές φορές η έννοια του διοικητή συγχέεται ή ταυτίζεται με την έννοια του ηγήτορα. Πρέπει να καταστεί σαφές ότι η λέξη «διοικητής» δεν είναι συνώνυμη με τη λέξη «ηγήτωρ». Πρακτικά, οποιοσδήποτε ορισθεί υπεύθυνος για την εκτέλεση μιας εργασίας, για την οποία θα χρησιμοποιήσει προσωπικό υπό τις διαταγές του, μεταπίπτει αυτόματα στο πεδίο δράσης τόσο του ηγέτη, όσο και του διοικητή. Εάν συμπίπτει εν προκειμένω ο διοικητής να είναι και καλός ηγέτης, τότε για την επιτυχή εκπλήρωση της αποστολής του θα αποδώσει τη δέουσα σημασία στην κατά το δυνατόν καλύτερη εκμετάλλευση του υπ’ αυτόν προσωπικού. Έτσι, η εργασία θα εκτελεστεί με ενθουσιασμό, συνεργασία, σύμπνοια και πνεύμα ομαδικής εργασίας. Ο ενθουσιασμός, η συνεργασία, η σύμπνοια και το πνεύμα ομαδικής εργασίας δεν υφίστανται εκ των προτέρων, αλλά δημιουργούνται από τον ηγέτη μέσω της προσωπικής επιβολής του επί του προσωπικού του. Είναι προφανές ότι μία ομάδα, ακόμη κι αν συγκροτείται από άριστα μέλη, δε θα επιτύχει στο έργο της, εάν τα μέλη της δεν τείνουν προς τον αντικειμενικό σκοπό με πνεύμα συνεργασίας. Αντιθέτως, είναι βέβαιο, ότι θα επιτύχει καλύτερα αποτελέσματα μία άλλη ομάδα, η οποία απαρτίζεται από μέλη μέτριας ικανότητας, αλλά αγαστής σύμπνοιας. Προς επίρρωση των ανωτέρω, θα αναφέρω το παράδειγμα μιας εθνικής αθλητικής ομάδας, η οποία αποτελείται από άριστους παίκτες-μονάδες και αναμένεται να φέρει καλά αποτελέσματα, εν τούτοις όμως, ελλείψει ηγήτορος, ο οποίος θα εμπνεύσει τον ενθουσιασμό, τη συνεργασία και την ομαδική εργασία, από την περίοδο των προπονήσεων ακόμη, παρουσιάζεται σα να είναι ομάδα δεύτερης κατηγορίας. Στο κομμάτι της ένοπλης δύναμης τώρα, εάν δε συμπίπτει ο διοικητής να είναι και καλός ηγέτης, αλλά είναι απλώς διοικητής, ο οποίος κάνει χρήση της εξουσίας του, θα διατάξει μεν και υπό τις διαταγές του θα εκτελέσουν είτε τους αρέσει είτε όχι (διότι σε άλλη περίπτωση θα ελεγχθούν πειθαρχικά ή και ποινικά), η ποιότητα της εργασίας όμως δε, θα είναι πολύ κατώτερη από εκείνη την οποία θα προσέφεραν εάν είχε αναπτυχθεί ενθουσιασμός, συνεργασία, σύμπνοια και πνεύμα ομαδικής εργασίας. Όταν λοιπόν ο διοικητής καταφεύγει στην εκ συστήματος εξουσία με την οποία περιβάλλεται, για να υποχρεώσει το προσωπικό του να εκτελέσει την ανατεθείσα αποστολή, τότε είναι ένας κακός διοικητής. Είναι λοιπόν δυνατόν, κάποιος να είναι διοικητής χωρίς να είναι ηγέτης, όπως είναι ομοίως δυνατόν κάποιος να είναι εξαίρετος ηγέτης, χωρίς να ασκεί διοίκηση. Οπωσδήποτε όμως για να είναι κάποιος ικανός διοικητής, πρέπει να είναι καλός ηγέτης.
Ο Μπέρναρντ Λο Μοντγκόμερυ ήταν Άγγλος στρατάρχης, διοικητής των βρετανικών δυνάμεων στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο «Μόντυ», όπως αλλιώς τον αποκαλούσαν, έγινε αντιπαθής στον στρατηγό Πάττον, επειδή ο τελευταίος θεωρούσε τους στρατιώτες του το ίδιο αναλώσιμους με τις σφαίρες, ενώ ο Μοντγκόμερυ είχε την εντελώς αντίθετη αντίληψη, πράγμα που τον έκανε αμέσως συμπαθή στους άντρες που διοικούσε.
Η εξουσία με την οποία περιβάλλεται ο διοικητής, αποτελεί το δικαίωμα και τη δύναμη του διοικείν. Χωρίς αυτή τη νόμιμη εξουσία, δε γίνεται να υπάρξει ανώτατη εγγύηση οργάνωσης, ούτε και «απεικόνιση» των καθηκόντων του διοικητή. Εκτός από την προαναφερθείσα «νόμιμη εξουσία», την οποία καθορίζουν οι νόμοι και οι κανονισμοί, ο διοικητής έχει και μια άλλου είδους εξουσία. Αυτή πηγάζει από την υποχρέωσή του να αναπτύσσει πρωτοβουλία εκεί που ο νόμος και οι κανονισμοί δεν καλύπτουν τη συγκεκριμένη περίπτωση. Λοιπόν, όλο το κλειδί της διοίκησης βρίσκεται εδώ. Στο πώς θα χρησιμοποιήσει ο διοικητής την εξουσία του. Προφανώς χρειάζεται κάποια «τέχνη» για τη χρησιμοποίησή της. Η υπερβολική και άσκοπη χρήση της εξουσίας, θα μειώσει το παραγόμενο έργο ποσοτικώς και ποιοτικώς, ενώ η πλήρης εγκατάλειψή της ενέχει τον κίνδυνο της διάλυσης. Επιπρόσθετα σε αυτό, εάν έχουμε και κατάχρηση της εξουσίας της διοίκησης, ειδικά αν αυτή είναι προς ίδιον όφελος του διοικητή, τότε πλέον έχουμε περίπτωση ηθικής διαφθοράς, πνευματικού και ηθικού εκτροχιασμού, με ανεπανόρθωτα άσχημα αποτελέσματα.
Ο παράγοντας «επιτελείο» υπεισέρχεται εκ του γεγονότος ότι ο διοικητής πάντοτε, αλλά ειδικά από τις συνθήκες που υπαγορεύει η σύγχρονη εποχή, έχει ανάγκη ενός επιτελείου, το οποίο θα τον βοηθήσει στο να ασκήσει τη διοίκηση. Όσο και αν η μόρφωση και η επαγγελματική του ικανότητα είναι πλήρεις, είναι αδύνατον να γνωρίζει τα πάντα ή να καλύπτει όλες τις εξειδικεύσεις, ή τέλος να προλαμβάνει τα πάντα. Το επιτελείο λοιπόν, συμμετέχει στη διοίκηση υπό την έννοια ότι βοηθά τον διοικητή στο έργο του, οπότε η σύνθεσή του και η επιλογή των κατάλληλων προσώπων τα οποία θα το επανδρώσουν, αποκτά ιδιαίτερη σημασία, καθώς ο τρόπος οργάνωσης και λειτουργίας μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά την ποιότητα διοίκησης.
Ο Jocko Willink ήταν ο διοικητής της ομάδας Bruiser της SEAL Team 3, το 2006 κατά τη μάχη του Ραμάντι στο Ιράκ, όπου από λάθος ενεπλάκησαν φίλιες δυνάμεις μεταξύ τους με αποτέλεσμα έναν νεκρό και τρεις τραυματίες. Ο Willink κατέχει πλέον μία περίοπτη θέση στην πολεμική Ιστορία, καθώς ανέλαβε έναντι της ηγεσίας του αμερικανικού ναυτικού τόσο ξεκάθαρα και απόλυτα ακόμη κι ευθύνες που δεν αναλογούσαν στο δικό του επίπεδο διοίκησης, ώστε ταυτίστηκε με τον ορισμό του μη ευθυνόφοβου στρατιωτικού διοικητή.
Δε μπορούμε λοιπόν να μην αναφερθούμε στην ανάληψη της ευθύνης διοίκησης. Ο διοικητής μιας μονάδας είναι υπεύθυνος για ό,τι η μονάδα του κατορθώνει ή αποτυγχάνει να επιτελέσει. Είναι πολύ σημαντικό ο διοικητής να φροντίζει ώστε να βεβαιώνεται κάθε στιγμή πως η μονάδα του εκτελεί έργο, το οποίο είναι παραδεκτό. Εφ’ όσον όμως γίνει κάποιο σφάλμα, τότε αυτός πρέπει να αναλαμβάνει την ευθύνη γι’ αυτό. Εάν ο διοικητής δεν αναλάβει την ευθύνη ενός σφάλματος, τότε η θέση του έναντι του προσωπικού του κλονίζεται και οι πιθανότητες επιτυχούς εκτέλεσης της αποστολής μειώνονται. Εάν έχει το θάρρος να παραδέχεται τα σφάλματά του και να αναλύει τα αίτια αυτών, θα μπορεί να τα θεραπεύει προλαμβάνοντας τυχόν επαναλήψεις τους. Για τον καταλογισμό ευθυνών, θα πρέπει να γνωρίζει τις ικανότητες των υφισταμένων του. Αυτό θα τον διευκολύνει στο να αντιληφθεί εάν μια αποτυχία ενός κατωτέρου του οφείλεται ενδεχομένως σε δικό του σφάλμα. Η υγιής αυτή κρίση, θα τον οδηγεί πάντοτε στο να αποδίδει «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι…», ακόμη κι αν η πικρή αλήθεια τον τοποθετήσει στη θέση του Ρωμαίου αυτοκράτορα…
Βιβλιογραφία – Πηγές:
– Στρατιωτική αγωγή και ηγεσία, του Επισμηναγού Ε.Ι. Λάιτμερ, 1960
– Wikipedia, the free encyclopedia